- πνευμοεγκεφαλογραφία
- η, Νιατρ. μέθοδος ακτινολογικής απεικόνισης τών εγκεφαλικών σχηματισμών με την εισαγωγή αέρα στον υπαραχνοειδή χώρο ύστερα από υπινιακή ή οσφυονωτιαία παρακέντηση.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. pneumoencephalography (< πνεύμα + εγκεφαλογραφία)].
Dictionary of Greek. 2013.